Glossary entry

English term or phrase:

dollar longs

Greek translation:

μακροπρόθεσμες ομολογίες/ομόλογα δολαρίου

Added to glossary by Effie Emmanouilidou
Nov 17, 2005 22:44
18 yrs ago
1 viewer *
English term

dollar longs

English to Greek Bus/Financial Investment / Securities foreign exchange
"Euro bulls continued to retreat after the dollar longs launched a decisive counterattack that pushed the pair toward the new 2005 low at 1.1786."
Please also see http://www.dailyfx.com/index.php?option=com_content&task=vie... for more context.

Proposed translations

+4
1 hr
Selected

μακροπρόθεσμες ομολογίες δολαρίου

Αρχοντάκης, Σταφυλίδης κτλ κτλ
Long Bond -> Μακροπρόθεσμη ομολογία.


--------------------------------------------------
Note added at 1 hr 28 mins (2005-11-18 00:13:16 GMT)
--------------------------------------------------

[Long ]
Αγορά ή κατοχή χρεογράφων, εμπορευμάτων ή συνάλλαγματος από χρηματιστή, τράπεζα κλπ. σε ποσότητα μεγαλύτερη από τις υποχρεώσεις (πωλήσεις) που έχει αναλάβει. Συνήθως, επειδή έχει την πεποίθηση ότι οι τιμές θα σημειώσουν άνοδο και θα πραγματοποιήσει κέρδη.

[Long bonds]
Ομολογίες με μεγάλη διάρκεια ζωής.

[Long]
1. Η κατοχή οικονομικών μέσων (χρεόγραφα κ.λ.π.), είτε για επενδυτικούς σκοπούς, είτε σε αναμονή αύξησης των τιμών, είτε λόγω προσωρινής αδυναμίας πώλησής των. Το ίδιο με LONG POSITION.
2. Η κατοχή ή αγορά χρεογράφων σε ποσότητες μεγαλύτερες από τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει χρηματιστής.

--------------------------------------------------
Note added at 18 hrs 33 mins (2005-11-18 17:18:16 GMT)
--------------------------------------------------

Ομολογία ή ομόλογο είναι το ίδιο πράγμα. Το έδωσα ομολογία για να συμφωνήσω με την απόδοση του Σταφυλίδη.

--------------------------------------------------
Note added at 22 hrs 9 mins (2005-11-18 20:53:26 GMT)
--------------------------------------------------

Ομολογία -> (οικον.) ανώνυμος χρηματιστηριακός τίτλος που αντιπροσωπεύει ορισμένο ποσοστό ενός δανείου και εξοφλείται οποτεδήποτε στην τρέχουσα τιμή: Έκδοση / αγορά ομολογιών. Έκλεψαν χρήματα και ομολογίες.

Ομόλογο ->(οικον.) ανώνυμος τίτλος που αντιπροσωπεύει ορισμένο ποσοστό ενός δανείου και εξοφλείται μετά τη λήξη στην ονομαστική του τιμή: Oμόλογα του ελληνικού δημοσίου.
Peer comment(s):

agree Nadia-Anastasia Fahmi : Συμφωνώ με όλα, πλην του "ομολογίες"... εν Ελλάδι τα λέμε "ομόλογα". http://www.google.com/search?sourceid=navclient&ie=UTF-8&rls...
5 hrs
Ομολογία και ομόλογο είναι το ίδιο. Δες τους ορισμούς που παρέθεσα από τον ΤΡιανταφυλλίδη. Άρα εν Ελλάδι ή όχι, τα ομόλογα είναι και ομολογίες.
agree Martine C
6 hrs
agree Konstantinos Karanikas B.Sc. Electr. Eng., MITI
8 hrs
agree Vicky Papaprodromou
10 hrs
Something went wrong...
4 KudoZ points awarded for this answer. Comment: "Σας ευχαριστώ όλους"
13 hrs

Συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης αγοράς δολαρίου

Είναι συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης (future) αγοράς (long) και όχι πώλησης (short) με την προσδοκία ότι η τιμή του δολλαρίου θα ανέβει σε σχέση με το άλλο νόμισμα - δηλαδή θα ανατιμηθεί.

Βλέπε και http://www.euroxx.gr/DERIVATIVES.htm
Something went wrong...
Term search
  • All of ProZ.com
  • Term search
  • Jobs
  • Forums
  • Multiple search